ζηλευτόν, το
Ερμηνεία:
Αντιασθματικό φάρμακο, αναστολέας της παραγωγής της 5-λιποξυγενάσης, η οποία είναι το κύριο ένζυμο παραγωγής λευκοτριαινίων, τα οποία μπορούν να πυροδοτήσουν τα συμπτώματα του άσθματος.
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Φαρμακολογία:
|